- ὑπερδώριος
- ὑπερδώριοςhyper-Dorianmasc/fem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
υπερδώριος — ον, Α μουσ. ονομασία μουσικού τόνου ή τρόπου. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ * + δώριος, άλλος τ. τού δωρικός] … Dictionary of Greek
ὑπερδωρίῳ — ὑπερδώριος hyper Dorian masc/fem/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)